Ολα τα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν ανεπιθύμητες ενέργειες, ακόμη και η ασπιρίνη ή η παρακεταμόλη, που παίρνετε για ένα απλό κρυολόγημα. Τα πρώτα αντιεπιληπτικά φάρμακα είχαν πολύ δυσάρεστες ανεπιθύμητες ενέργειες. Φάρμακα, όπως η φαινοβαρβιτάλη και η φαινυτοΐνη χρησιμοποιούνταν ευρέως πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά αυτά τα ‘παλαιότερα’ φάρμακα έχουν περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες από τα φάρμακα που κυκλοφόρησαν τα τελευταία 10 με 20 χρόνια. Οι γιατροί συνήθως χορηγούν πρώτα τα νεότερα φάρμακα και εάν αυτά δεν δράσουν τότε επιλέγουν τα παλαιότερα. Επίσης, μπορεί να δοκιμάσουν φάρμακα που κυκλοφορούν από τη δεκαετία του 1960 ή του 1970, όπως το βαλπροϊκό ή η καρβαμαζεπίνη, τα οποία έχουν συνήθως λιγότερες παρενέργειες από τα παλαιότερα, αλλά κάπως περισσότερες από τα νεότερα φάρμακα.
Μερικοί ασθενείς δεν παρουσιάζουν καμία ανεπιθύμητη ενέργεια από τα αντιεπιληπτικά φάρμακα. Άλλοι εμφανίζουν ήπια προβλήματα, τα οποία υποχωρούν ή εξαφανίζονται μετά από μερικές εβδομάδες. Για παράδειγμα, πολλοί ασθενείς με επιληψία αναφέρουν ότι στην αρχή τα φάρμακα τους προκαλούν υπνηλία, αλλά αυτή υποχωρεί όταν ο οργανισμός τους συνηθίσει το φάρμακο. Ορισμένοι ασθενείς εμφανίζουν αλλεργική αντίδραση στα φάρμακα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε κνησμώδες, πιθανόν σοβαρό δερματικό εξάνθημα. Σπάνια, μία αλλεργική αντίδραση μπορεί να προκαλέσει ηπατικά ή νεφρικά προβλήματα.
Η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών είναι πιο πιθανή, όταν το φάρμακο ξεκινά σε υψηλές δόσεις, εάν η δόση αυξάνεται πολύ γρήγορα ή εάν το άτομο πρέπει να παίρνει ταυτόχρονα δύο ή περισσότερα αντιεπιληπτικά φάρμακα. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η ζάλη, η υπνηλία, η δυσκολία συγκέντρωσης, η κεφαλαλγία και τα προβλήματα από το στομάχι. Λιγότερο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η υπερτροφία των ούλων, η ακμή, η αύξηση του βάρους, η υπερτρίχωση, η πτώση των μαλλιών, η υπερκινητικότητα (σε παιδιά), η κατάθλιψη ή ακόμη και η ψύχωση, ένα σοβαρό ψυχιατρικό πρόβλημα. Αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι πιο συχνές σε άτομα που παίρνουν τα φάρμακα, ιδίως τα παλαιότερα, για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Εάν οι ανεπιθύμητες ενέργειες δεν είναι ανεκτές, ο γιατρός μπορεί να ελαττώσει τη δόση ή να αλλάξει το φάρμακο. Μερικοί ασθενείς προτιμούν να ανέχονται τις ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες, επειδή θεωρούν ότι αυτό είναι καλύτερο από το να κάνουν κρίσεις. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι ασθενείς, ιδίως εκείνοι που δεν κάνουν πολλές κρίσεις θεωρούν ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες τους κάνουν να αισθάνονται χειρότερα από τις κρίσεις και έτσι, δεν επιθυμούν να παίρνουν φάρμακο. Σε μερικές περιπτώσεις, μετά τη δοκιμή διαφόρων φαρμάκων χωρίς αποτέλεσμα, μερικοί ασθενείς παραιτούνται από την προσπάθεια να βρουν το ‘κατάλληλο’ φάρμακο.
Μερικοί ασθενείς δεν παρουσιάζουν καμία ανεπιθύμητη ενέργεια από τα αντιεπιληπτικά φάρμακα. Άλλοι εμφανίζουν ήπια προβλήματα, τα οποία υποχωρούν ή εξαφανίζονται μετά από μερικές εβδομάδες. Για παράδειγμα, πολλοί ασθενείς με επιληψία αναφέρουν ότι στην αρχή τα φάρμακα τους προκαλούν υπνηλία, αλλά αυτή υποχωρεί όταν ο οργανισμός τους συνηθίσει το φάρμακο. Ορισμένοι ασθενείς εμφανίζουν αλλεργική αντίδραση στα φάρμακα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε κνησμώδες, πιθανόν σοβαρό δερματικό εξάνθημα. Σπάνια, μία αλλεργική αντίδραση μπορεί να προκαλέσει ηπατικά ή νεφρικά προβλήματα.
Η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών είναι πιο πιθανή, όταν το φάρμακο ξεκινά σε υψηλές δόσεις, εάν η δόση αυξάνεται πολύ γρήγορα ή εάν το άτομο πρέπει να παίρνει ταυτόχρονα δύο ή περισσότερα αντιεπιληπτικά φάρμακα. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η ζάλη, η υπνηλία, η δυσκολία συγκέντρωσης, η κεφαλαλγία και τα προβλήματα από το στομάχι. Λιγότερο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η υπερτροφία των ούλων, η ακμή, η αύξηση του βάρους, η υπερτρίχωση, η πτώση των μαλλιών, η υπερκινητικότητα (σε παιδιά), η κατάθλιψη ή ακόμη και η ψύχωση, ένα σοβαρό ψυχιατρικό πρόβλημα. Αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι πιο συχνές σε άτομα που παίρνουν τα φάρμακα, ιδίως τα παλαιότερα, για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Εάν οι ανεπιθύμητες ενέργειες δεν είναι ανεκτές, ο γιατρός μπορεί να ελαττώσει τη δόση ή να αλλάξει το φάρμακο. Μερικοί ασθενείς προτιμούν να ανέχονται τις ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες, επειδή θεωρούν ότι αυτό είναι καλύτερο από το να κάνουν κρίσεις. Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι ασθενείς, ιδίως εκείνοι που δεν κάνουν πολλές κρίσεις θεωρούν ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες τους κάνουν να αισθάνονται χειρότερα από τις κρίσεις και έτσι, δεν επιθυμούν να παίρνουν φάρμακο. Σε μερικές περιπτώσεις, μετά τη δοκιμή διαφόρων φαρμάκων χωρίς αποτέλεσμα, μερικοί ασθενείς παραιτούνται από την προσπάθεια να βρουν το ‘κατάλληλο’ φάρμακο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου